Οι μόνες στάσεις για ένα λόγο μονάχα
Ματώνουν τα νύχια που σκάβουν στη γη τον τάφο
Ποτέ αρκετά βαθύς
Ποτέ αρκετά βαθύς
Μια μετά την άλλη ανοίγω πόρτες και τρέχω μακριά
Νομάς
Νομάς
Απλώνομαι, ον δίχως όρια
Δαγκώνω τα χείλη, μετενσαρκώνομαι
Σαστίζω μα συνεχίζω να φοράω σώματα
Παλινδρομώ μα δε ζαλίζομαι
Δεν έχω σώμα να με ορίζει
Εκτείνω τις άπειρες ραχοκοκαλιές μου και τα εγκόσμια φαντάζουν τόσο μικρά
που ανοιγοκλείνω τα μάτια να βεβαιωθώ για την ύπαρξή τους
Αναπνέω δύσκολα, σχεδόν ασφυκτιώ
και σφίγγω το λαιμό να πάρω ανάσα
Εκκολάπτω αντανακλάσεις σε σκοτάδια δίχως πηγές φωτός
Ίσα για να «χρυσώσω το χάπι»
Ντύνομαι το κόκκινο να μη φανεί το μαύρο
Και καθώς τρυπώ τις φλέβες μου
βάφω τα χείλη με αίμα για να ταιριάζει
Στοιχίζω τα τσιγάρα μου στους πνεύμονες και τα κρυστάλλινα ποτήρια της προίκας στο συκώτι
πάντα με συνέπεια και πρόγραμμα
και ακορντεόν στο πικ-απ του ονείρου
εκείνης της αυταπάτης
μιας βροχερής μέρας
μιας μουντής μη-ζωής
Πίσω από βελούδινες μωβ κουρτίνες
Μαύρα ρετάλια
Μαύρα ρετάλια
Γαϊτανάκι θανάτου γύρω από τερατόμορφα έμβρυα σε διάφανες γυάλες
Αρρωστημένα μυαλά
Χαμένη στις αύλακες σάπιων εγκεφάλων
Ασμίλευτοι λίθοι
από την εποχή του χαλκού
Τι σας ωθεί;
Ποιος;
Γιατί;
Γιατί;
Γιατί;
Γιατί;
Γιατί;
Τρίτη 16 Μαρτίου 2010
Εγγραφή σε:
Σχόλια ανάρτησης (Atom)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου